βατσέλο ή βασέλο

βατσέλο ή βασέλο
(ιταλ. bascello). Κοινή ονομασία που χρησιμοποιούσαν οι ναυτικοί κατά τον 18o και 19o αι. για τα κατάφρακτα πλοία, δηλαδή τα δίκροτα και τα τρίκροτα. β. δελίνι (ιταλ. bascello de linea). Έτσι ονομαζόταν το μεγάλο πολεμικό πλοίο της γραμμής. β. ραζάδο (ιταλ. bascello rasado). Έτσι ονομαζόταν ένας τύπος φρεγάδας που χρησιμοποιούσαν κυρίως στη δυτική Μεσόγειο. Χαρακτηριστικό του τύπου αυτού ήταν ότι είχαν καταργηθεί από τον οπλισμό του τα δύο ανώτερα πυροβολεία. Στον τύπο αυτό ανήκαν και τα μεγάλα πλοία που πυρπόλησε ο Κανάρης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πλοίο — Με τον όρο αυτό υποδηλώνεται γενικά κάθε αυτοκινούμενο πλωτό μέσο, που έχει διαστάσεις μεγαλύτερες από της λέμβου και προορίζεται για εμπορικούς (κυρίως μεταφορά εμπορευμάτων και επιβατών), πολεμικούς (επιφανειακές και υποβρύχιες πολεμικές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”